Τι αλλάζει στο νόμο για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα;
από την Αλεξία- Μαρία Γιαγκίνη, Ασκ. Δικηγόρος
Ο νόμος 4161/2013, επιφέρει σημαντικές αλλαγές στη μέχρι σήμερα τηρούμενη διαδικασία για τη ρύθμιση οφειλών των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων (ν.3869/2010).
Προσπαθώντας με τον πλέον άμεσο και κατανοητό τρόπο, να παρουσιάσουμε τις αλλαγές αυτές σε καθεμία και καθέναν σας, τις συνοψίσαμε στις παραγράφους που ακολουθούν. Αναλυτικότερα: Παραμένει η υποχρέωση των πιστωτριών, κατόπιν σχετικού αιτήματος του οφειλέτη να του παραδώσουν, χωρίς επιβάρυνση,αναλυτική κατάσταση των οφειλών του κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, καθώς και το επιτόκιο με το οποίο εκτοκίζεται η οφειλή, ωστόσο πλέον παρατείνετε το χρονικό διάστημα σε δέκα εργάσιμες ημέρες. Ενώ προστίθεται στο περιεχόμενο της, η αναγραφή του ποσού που αντιστοιχεί στο 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης. Τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, ο οποίος μέχρι σήμερα συνιστούσε προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης του αρ.4 ν.3869/10, αντικαθιστά η δυνητική διαμεσολάβηση. Μέσω αυτής, ο εκάστοτε οφειλέτης πριν την αίτησή του μπορεί να αποταθεί στο Συνήγορο του Καταναλωτή, στην Επιτροπή Φιλικού Διακανονισμού (άρ. 11 ν. 2251/1994), στοΜεσολαβητή Τραπεζικών Επενδυτικών Υπηρεσιών, σε Ενώσεις Καταναλωτών ή σε δικηγόρο, προκειμένου από κοινού με τις πιστώτριές του, να αναζητήσει μία «εξωδικαστική» ρύθμιση των χρεών του. Σημείωση:Αν επιλέξει ο οφειλέτης να στραφεί στη διαμεσολάβηση, θα πρέπει μαζί με την αίτηση του αρ. 4 του ν.3869/10 να προσκομίσει και πρακτικό αποτυχίας της διαμεσολάβησης. Αναφορικά με την αίτηση του αρ.4, ν.3869/2010 η οποία κατατίθεται στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο, δεν είναι εκ του νόμου επιβεβλημένο να συνοδεύεται από έγγραφα(σχετικά με την περιουσία του, τα κάθε φύσης εισοδήματά του, τους πιστωτές και τις απαιτήσεις τους)και υπεύθυνη δήλωση(για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων ενεργητικού και παθητικού της περιουσίας του και των πιστωτριών του και τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων, στις οποίες προέβη την τελευταία τριετία.) Σημείωση: Αν ωστόσο προβεί σε κατάθεση εγγράφων, αυτή πρέπει να γίνει εντός 5 ημερών από τη κατάθεση της αίτησης. Η επίδοση της αίτησης του αρ.4 του ν.3869/2010 στις πιστώτριες, γίνεται εντός 15 ημερών από τη κατάθεση της (αντί ενός μηνός που ίσχυε μέχρι σήμερα). Ενώ υποχρεωτικά επιδίδεται και σε τυχόν εγγυητές. Επίσης, με το ν.4161/2013 αλλάζει πλήρως η διαδικασία (παρατηρήσεις, τροποποιημένο σχέδιο, νέες παρατηρήσεις) που ακολουθούσε έως σήμερα τη κατάθεση της αίτησης για την υπαγωγή στο ν.3869/2010. Εντός μηνός από την επίδοση οι πιστωτές οφείλουν να καταθέσουν στο φάκελο τις απόψεις τους για το σχέδιο ρύθμισης των οφειλών του αιτούντος ( οι οποίες μέχρι πρότινος κατατίθεντο εντός δύο μηνών από την κατάθεση της αίτησης).Καταργείται δε, η δυνατότητα του οφειλέτη για νέο τροποποιημένο σχέδιο, κατόπιν της κατάθεσης παρατηρήσεων από τα πιστωτικά ιδρύματα. Εισάγεται ένα νέο στάδιο πριν τη συζήτηση της αίτησης, η ημέρα επικύρωσης, κατά την οποία είτε θα επικυρωθεί ο ενδεχόμενος προδικαστικός συμβιβασμός από τον Ειρηνοδίκη, είτε θα συζητηθεί ενδεχόμενο αίτημα για την έκδοση προσωρινής διαταγής. Η ημέρα επικύρωσης προσδιορίζεται υποχρεωτικώς δύο (2)μήνες μετά την κατάθεση της αίτησης. Μέχρι την ημέρα της επικύρωσης δεν επιτρέπεται η λήψη καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη, καθώς και η μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του. Από την ημέρα κατάθεσης της αίτησης ο οφειλέτης υποχρεούται να προβαίνει σε μηνιαίες καταβολές. Αν δεν επέλθει συμβιβασμός και επικύρωση, ο Ειρηνοδίκης αποφασίζει κατά την ημέρα επικύρωσης, κατόπιν αιτήματος του οφειλέτη ή πιστωτή ή και αυτεπαγγέλτως, την αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη, τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του, καθώς και την καταβολή μηνιαίων δόσεων μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αίτησης. (αντί αιτήματος για την έκδοση προσωρινής διαταγής, όπως συνέβαινε έως τώρα) Οι μηνιαίες καταβολές κατανέμονται συμμέτρως σε όλες τις πιστώτριες, με εξαίρεση τη περίπτωση όπου υπάρχει αίτημα για τη διάσωση της κύριας κατοικίας από τη ρευστοποίηση, οπότε ικανοποιούνται προνομιακά οι έχουσες εμπράγματη εξασφάλιση πιστώτριες, ως συνέβαινε έως σήμερα, και ξεκινούν ήδη από τη κατάθεση της αίτησης. Το ποσό των καταβολών ορίζεται ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του αιτούντος, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 10% των μηνιαίων δόσεων, που όφειλε να καταβάλει σε όλους τους δανειστές μέχρι τη στιγμή της υποβολής της αίτησης. Τίθεται δε ως κατώτατο όριο του συνολικού ποσού τα 40 ευρώ μηνιαίως. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης καθυστερεί υπαιτίως την καταβολή των δόσεων που ορίζονται από τον Ειρηνοδίκη για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών, εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 11 παρ.2 του ν.3869/2010. Σημείωση: Εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται εξαιρετικά με μικρότερες ή μηδενικές καταβολές οι επί μακρόν άνεργοι, οι πάσχοντες από αναπηρία και οι άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις. Μετά τη συζήτηση ενώπιον του Ειρηνοδίκη κατά την ημέρα επικύρωσης ο οφειλέτης ή κάθε άλλος που έχει έννομο συμφέρον μπορεί να ζητήσει από το αρμόδιο δικαστήριο που δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων την αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας κατά του οφειλέτη. Αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να ζητηθεί και μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης, εφόσον έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα έφεση από τον οφειλέτη. Η αναστολή χορηγείται εάν πιθανολογείται ότι από την εκτέλεση θα προκληθεί ουσιώδης βλάβη στα συμφέροντα του αιτούντος και ότι θα ευδοκιμήσει η αίτηση. Η χορήγηση της αναστολής επάγεται αυτοδικαίως την απαγόρευση διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. Οι οφειλέτες και οι πιστωτές δύνανται να συμβιβάζονται και μετά την ημέρα επικύρωσης έως την ημερομηνία συζήτησης της αίτησης σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, οπότε εμφανίζονται ενώπιον του Ειρηνοδίκη, υποβάλλουν το σχέδιο και ζητούν την επικύρωσή του. Το σχέδιο επικυρώνεται από τον Ειρηνοδίκη και αποκτά πλέον ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Η αίτηση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές ανακαλείται αυτοδικαίως. Μετά τη συζήτηση της αίτησης, ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλει μηνιαίως και για χρονικό διάστημα τριών έως πέντε ετών,το ποσό που θα οριστεί από τον Ειρηνοδίκη, συμμέτρως κατανεμημένο, προς ικανοποίηση των πιστωτριών του(αντί των τεσσάρων ετών που όριζε ο νόμος μέχρι σήμερα).Σε περίπτωση που οι πραγματοποιηθείσες καταβολές στους πιστωτές είναι μικρότερες αυτών που η απόφαση ορίζει τότε ο οφειλέτης υποχρεούται να εξοφλήσει το ποσό της διαφοράς, έντοκα εντός ενός έτους από το πέρας των καταβολών που θα ορισθούν με τη δικαστική απόφαση. Η υποχρέωση των μηνιαίων καταβολών, προ της συζήτησης της αίτησης, εφαρμόζεται και για εκκρεμούσες αιτήσεις κατά τη δημοσίευση του ν.4161/2013. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης επιλέγει ελευθέρως το ποσό καταβολής βάσει των όσων ήδη αναφέραμε. Απαιτήσεις από καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα είναι ακατάσχετες μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ και των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ σε περίπτωση κοινού λογαριασμού. Με δήλωση του καταθέτη προς ένα εκ των πιστωτικών ιδρυμάτων προσδιορίζεται ο λογαριασμός για τον οποίο θα ισχύει το ακατάσχετο.
Ο νόμος 4161/2013, επιφέρει σημαντικές αλλαγές στη μέχρι σήμερα τηρούμενη διαδικασία για τη ρύθμιση οφειλών των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων (ν.3869/2010).
Προσπαθώντας με τον πλέον άμεσο και κατανοητό τρόπο, να παρουσιάσουμε τις αλλαγές αυτές σε καθεμία και καθέναν σας, τις συνοψίσαμε στις παραγράφους που ακολουθούν. Αναλυτικότερα: Παραμένει η υποχρέωση των πιστωτριών, κατόπιν σχετικού αιτήματος του οφειλέτη να του παραδώσουν, χωρίς επιβάρυνση,αναλυτική κατάσταση των οφειλών του κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα, καθώς και το επιτόκιο με το οποίο εκτοκίζεται η οφειλή, ωστόσο πλέον παρατείνετε το χρονικό διάστημα σε δέκα εργάσιμες ημέρες. Ενώ προστίθεται στο περιεχόμενο της, η αναγραφή του ποσού που αντιστοιχεί στο 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης. Τον εξωδικαστικό συμβιβασμό, ο οποίος μέχρι σήμερα συνιστούσε προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης του αρ.4 ν.3869/10, αντικαθιστά η δυνητική διαμεσολάβηση. Μέσω αυτής, ο εκάστοτε οφειλέτης πριν την αίτησή του μπορεί να αποταθεί στο Συνήγορο του Καταναλωτή, στην Επιτροπή Φιλικού Διακανονισμού (άρ. 11 ν. 2251/1994), στοΜεσολαβητή Τραπεζικών Επενδυτικών Υπηρεσιών, σε Ενώσεις Καταναλωτών ή σε δικηγόρο, προκειμένου από κοινού με τις πιστώτριές του, να αναζητήσει μία «εξωδικαστική» ρύθμιση των χρεών του. Σημείωση:Αν επιλέξει ο οφειλέτης να στραφεί στη διαμεσολάβηση, θα πρέπει μαζί με την αίτηση του αρ. 4 του ν.3869/10 να προσκομίσει και πρακτικό αποτυχίας της διαμεσολάβησης. Αναφορικά με την αίτηση του αρ.4, ν.3869/2010 η οποία κατατίθεται στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο, δεν είναι εκ του νόμου επιβεβλημένο να συνοδεύεται από έγγραφα(σχετικά με την περιουσία του, τα κάθε φύσης εισοδήματά του, τους πιστωτές και τις απαιτήσεις τους)και υπεύθυνη δήλωση(για την ορθότητα και πληρότητα των καταστάσεων ενεργητικού και παθητικού της περιουσίας του και των πιστωτριών του και τις μεταβιβάσεις εμπραγμάτων δικαιωμάτων επί ακινήτων, στις οποίες προέβη την τελευταία τριετία.) Σημείωση: Αν ωστόσο προβεί σε κατάθεση εγγράφων, αυτή πρέπει να γίνει εντός 5 ημερών από τη κατάθεση της αίτησης. Η επίδοση της αίτησης του αρ.4 του ν.3869/2010 στις πιστώτριες, γίνεται εντός 15 ημερών από τη κατάθεση της (αντί ενός μηνός που ίσχυε μέχρι σήμερα). Ενώ υποχρεωτικά επιδίδεται και σε τυχόν εγγυητές. Επίσης, με το ν.4161/2013 αλλάζει πλήρως η διαδικασία (παρατηρήσεις, τροποποιημένο σχέδιο, νέες παρατηρήσεις) που ακολουθούσε έως σήμερα τη κατάθεση της αίτησης για την υπαγωγή στο ν.3869/2010. Εντός μηνός από την επίδοση οι πιστωτές οφείλουν να καταθέσουν στο φάκελο τις απόψεις τους για το σχέδιο ρύθμισης των οφειλών του αιτούντος ( οι οποίες μέχρι πρότινος κατατίθεντο εντός δύο μηνών από την κατάθεση της αίτησης).Καταργείται δε, η δυνατότητα του οφειλέτη για νέο τροποποιημένο σχέδιο, κατόπιν της κατάθεσης παρατηρήσεων από τα πιστωτικά ιδρύματα. Εισάγεται ένα νέο στάδιο πριν τη συζήτηση της αίτησης, η ημέρα επικύρωσης, κατά την οποία είτε θα επικυρωθεί ο ενδεχόμενος προδικαστικός συμβιβασμός από τον Ειρηνοδίκη, είτε θα συζητηθεί ενδεχόμενο αίτημα για την έκδοση προσωρινής διαταγής. Η ημέρα επικύρωσης προσδιορίζεται υποχρεωτικώς δύο (2)μήνες μετά την κατάθεση της αίτησης. Μέχρι την ημέρα της επικύρωσης δεν επιτρέπεται η λήψη καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη, καθώς και η μεταβολή της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του. Από την ημέρα κατάθεσης της αίτησης ο οφειλέτης υποχρεούται να προβαίνει σε μηνιαίες καταβολές. Αν δεν επέλθει συμβιβασμός και επικύρωση, ο Ειρηνοδίκης αποφασίζει κατά την ημέρα επικύρωσης, κατόπιν αιτήματος του οφειλέτη ή πιστωτή ή και αυτεπαγγέλτως, την αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη, τη διατήρηση της πραγματικής και νομικής κατάστασης της περιουσίας του, καθώς και την καταβολή μηνιαίων δόσεων μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της αίτησης. (αντί αιτήματος για την έκδοση προσωρινής διαταγής, όπως συνέβαινε έως τώρα) Οι μηνιαίες καταβολές κατανέμονται συμμέτρως σε όλες τις πιστώτριες, με εξαίρεση τη περίπτωση όπου υπάρχει αίτημα για τη διάσωση της κύριας κατοικίας από τη ρευστοποίηση, οπότε ικανοποιούνται προνομιακά οι έχουσες εμπράγματη εξασφάλιση πιστώτριες, ως συνέβαινε έως σήμερα, και ξεκινούν ήδη από τη κατάθεση της αίτησης. Το ποσό των καταβολών ορίζεται ανάλογα με την οικονομική κατάσταση του αιτούντος, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 10% των μηνιαίων δόσεων, που όφειλε να καταβάλει σε όλους τους δανειστές μέχρι τη στιγμή της υποβολής της αίτησης. Τίθεται δε ως κατώτατο όριο του συνολικού ποσού τα 40 ευρώ μηνιαίως. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης καθυστερεί υπαιτίως την καταβολή των δόσεων που ορίζονται από τον Ειρηνοδίκη για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών, εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 11 παρ.2 του ν.3869/2010. Σημείωση: Εξακολουθούν να αντιμετωπίζονται εξαιρετικά με μικρότερες ή μηδενικές καταβολές οι επί μακρόν άνεργοι, οι πάσχοντες από αναπηρία και οι άλλες αντίστοιχες περιπτώσεις. Μετά τη συζήτηση ενώπιον του Ειρηνοδίκη κατά την ημέρα επικύρωσης ο οφειλέτης ή κάθε άλλος που έχει έννομο συμφέρον μπορεί να ζητήσει από το αρμόδιο δικαστήριο που δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων την αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας κατά του οφειλέτη. Αναστολή της αναγκαστικής εκτέλεσης μπορεί να ζητηθεί και μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης, εφόσον έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα έφεση από τον οφειλέτη. Η αναστολή χορηγείται εάν πιθανολογείται ότι από την εκτέλεση θα προκληθεί ουσιώδης βλάβη στα συμφέροντα του αιτούντος και ότι θα ευδοκιμήσει η αίτηση. Η χορήγηση της αναστολής επάγεται αυτοδικαίως την απαγόρευση διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη. Οι οφειλέτες και οι πιστωτές δύνανται να συμβιβάζονται και μετά την ημέρα επικύρωσης έως την ημερομηνία συζήτησης της αίτησης σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, οπότε εμφανίζονται ενώπιον του Ειρηνοδίκη, υποβάλλουν το σχέδιο και ζητούν την επικύρωσή του. Το σχέδιο επικυρώνεται από τον Ειρηνοδίκη και αποκτά πλέον ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Η αίτηση για ρύθμιση και απαλλαγή από τις οφειλές ανακαλείται αυτοδικαίως. Μετά τη συζήτηση της αίτησης, ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλει μηνιαίως και για χρονικό διάστημα τριών έως πέντε ετών,το ποσό που θα οριστεί από τον Ειρηνοδίκη, συμμέτρως κατανεμημένο, προς ικανοποίηση των πιστωτριών του(αντί των τεσσάρων ετών που όριζε ο νόμος μέχρι σήμερα).Σε περίπτωση που οι πραγματοποιηθείσες καταβολές στους πιστωτές είναι μικρότερες αυτών που η απόφαση ορίζει τότε ο οφειλέτης υποχρεούται να εξοφλήσει το ποσό της διαφοράς, έντοκα εντός ενός έτους από το πέρας των καταβολών που θα ορισθούν με τη δικαστική απόφαση. Η υποχρέωση των μηνιαίων καταβολών, προ της συζήτησης της αίτησης, εφαρμόζεται και για εκκρεμούσες αιτήσεις κατά τη δημοσίευση του ν.4161/2013. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης επιλέγει ελευθέρως το ποσό καταβολής βάσει των όσων ήδη αναφέραμε. Απαιτήσεις από καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα είναι ακατάσχετες μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ και των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ σε περίπτωση κοινού λογαριασμού. Με δήλωση του καταθέτη προς ένα εκ των πιστωτικών ιδρυμάτων προσδιορίζεται ο λογαριασμός για τον οποίο θα ισχύει το ακατάσχετο.
Labels
ΕΙΔΗΣΕΙΣ
Post A Comment
Δεν υπάρχουν σχόλια :